Εκτόνωση της σαχλαµάρας

Ζαχαρώνουν µε χαζοχαρούµενο χιούµορ τα δηλητηριώδη, κουτσοµπολίστικα σχόλιά τους και µοιάζουν µε τηλεοπτικές «παιδικές χαρές»
Εκποµπές απογευµατινές παίρνουν τη σκυτάλη από τα µεσηµεριανάδικα, αναµασούν τα ίδια ακριβώς κουτσοµπολιά, προβάλλουν τα ίδια ακριβώς πρόσωπα της τηλεόρασης, τα ίδια ακριβώς στιγµιότυπα, βάζοντας όµως πινελιές χιούµορ και σαρκασµού που εκτονώνουν το ασφυκτικό, κουτσοµπολίστικο οικοδόµηµα της ηµέρας.

Με διαφορές κυρίως ως προς την προσωπικότητα των παρουσιαστώντους αλλά µε κοινό στοιχείο τον σαρκασµό για τις τηλεοπτικές ακρότητες και κυρίως για τη σοβαροφάνεια µε την οποία λέγονται στην τηλεόραση οι µεγαλύτερες βλακείες, δύο εκποµπές – ο «Φώτης και η Μαρία» στο Star, γνώριµο και αχώριστο τηλεοπτικό δίδυµο και το «∆έστε τους» στον Alpha, που στηρίζεται κυρίως στον Νίκο Μουτσινά – προσφέρουν ένα είδος απογευµατινής σαχλαµαρίστικης εκτόνωσης.

Περισσότερο έµπειροι και κυρίως πιο τολµηροί είναι ο Φώτης και η Μαρία, µε ευρύτερο πεδίο σαχλαµαρισµού από τους «∆έστε τους» (που έχουν εµφανώς τις καναλικές δεσµεύσεις τους). Με πλεονέκτηµα το προσόν του χαριτωµένου ατακαδόρου, στον Alpha , ο Μουτσινάς βρίσκεται σε καλό δρόµο στην προσπάθεια να «δέσει» ως δίδυµο µε τη Μαρία Ηλιάκη αλλά παραµένουν άνισες οι δυνατότητές τους και µε βοηθούς τον απόφοιτο παλαιού ριάλιτι Νότη Χριστοδούλου και την Κατερίνα Καινούργιου εκ της περσινής «πεντάµορφης» Μεγκαλίσιους παρέας που σκόρπισε στους πέντε ανέµους. Η ιδιοµορφία και το µοναδικό συστατικό για την επιτυχία πάντως και των δύο εκποµπών είναι τα προσόντα κωµικών σχολιαστών που πρέπει να διαθέτουν οι παρουσιαστές.

Και µπορεί ο Φώτηςκαιη Μαρία να χάνουν ενίοτε το µέτρο στο χαχανητό και οι Μουτσινάς και Ηλιάκη να µη συντονίζονται πάντα στα σχόλια, αλλά οι δύο εκποµπές πετυχαίνουν τον σκοπό τους σαν µικρά τηλεοπτικά «πτι-φουρ». Μικρές πινελιές ξεκαρδιστικής αποδόµησης των πιο υπερβολικών τηλεοπτικών στιγµών. Κάτι σαν αποφόρτιση του τηλεοπτικού ξεκατινιάσµατος διά του ξεκατινιάσµατος των ξεκατινιασθέντων.

Σηµαντική για την εκποµπή του Φώτη και της Μαρίας είναι η βοήθεια του Γιάννη Πουλόπουλου (γνωστός παθιασµένος γιουροβιζιονιστής), µε ειδικό αρχείο και δεινότητα ντετέκτιβ στην άχρηστη και διασκεδαστική πληροφορία, συνήθως από το ξεχασµένο παρελθόν της σοουµπίζ. Και τι δεν έχει ξετρυπώσει, από αποσπάσµατα από παλιές εκποµπές της Κοροµηλά, από τις πρώτες εµφανίσεις του Ρουβά µέχρι ερωτική ταινία του 1974 µε τίτλο «Μικαέλα» και πρωταγωνίστρια τη Μιµή Ντενίση, προκαλώντας όµως την µήνιν και την αντίδραση µε µήνυση της ηθοποιού. Και οι δύο εκποµπές, άλλωστε, προσπαθούν να µιµηθούν εκείνη την παιδική, εξοντωτική αφέλεια που «σπάει» το λούστρο της σοβαροφάνειας, µε την εκποµπή του Φώτη και της Μαρίας να έχει βρει την ιδανική συνταγή της «σκανταλιάς».

Εύστοχος πάντως και ο Νίκος Μουτσινάς, µε ατάκες που γίνονται δηλητηριώδεις όταν δεν χρειάζεται να είναι προσεκτικός, καθώς υπάρχουν και πρόσωπα που «δεν αγγίζονται» (τι να πει για την Κοροµηλά ή για τη Μενεγάκη, της οποίας την εκποµπή καλείται να ενισχύσει κάθε τόσο ως ειδικός ατακαδόρος, «γελωτοποιός» της παρουσιάστριας). Συνήθως η Μαρία Ηλιάκη κρατάει διακριτική απόσταση από το εν λόγω κοµµάτι της εκποµπής και ορθώς, γιατί υπερβάλλει σε ακκισµούς, ο ρόλος της όµως είναι απαραίτητος για να δίνει πάσες στον Μουτσινά.

«Η Οδύσσεια µιας καταφρονεµένης»

Η καλύτερη στιγµή της εκποµπής είναι η προβολή σε ξεκαρδιστικές συνέχειες της σατιρικής σαπουνόπερας «Η Οδύσσεια µιας καταφρονεµένης». Ολοι µε περούκες, η Καινούργιου σαν πλουσία, µοχθηρή Ντόρα Ντίρι Ντάρα Ντρα (οι καλύτερες στιγµές της), η Ηλιάκη εγκυµονούσα «καταφρονεµένη» που όλοι τη θέλουν (διπλή η σάτιρα εδώ, αφού τηλεόραση χωρίς εγκυµοσύνες πλέον δεν γίνεται) και οι πλούσιες τη µισούν, ο Μουτσινάς – Σαν να ‘ταν Φλεβάρης Πόντε, µε ξανθιά, µπουκλωτή περούκα σε παραληρηµατική σάτιρα των σαπουνοπερικών εραστών. Ολο µαζί δε είναι ένα νούµερο καρναβαλίστικο που εξοντώνει µε το γέλιο τη σαπουνοπερική γελοιότητα.

Χειρότερη στιγµή του «∆έστε τους», το υποχρεωτικό αφιέρωµα στο µπιγκµπραδερικό σκουπίδι που έχει επιβληθεί από το κανάλι σε όλες τις εκποµπές του (µηδέ του λαζοπουλικού «Τσαντιριού» εξαιρουµένου). Ακόµη και εδώ πετάει τις «σπόντες» του ο Μουτσινάς.

Στο κάτω κάτω η «κατινιά» δεν αντιµετωπίζεται παρά µόνο µε τα ίδια της τα όπλα, αρκεί να είναι καλοακονισµένα.

Της Πόπης Διαμαντάκου από τα ΝΕΑ

Comments are closed.