Τα παθήµατα µιας µαγείρισσας

Ψυχαγωγικό µεν το κουτσοµπολιό, αλλά διόλου αθώο, καθώς πρόκειται για την πιο σκληρή άσκηση ελέγχου στις προσωπικές ζωές, κάτι που το βιώνουν σαν παλιοί επαρχιώτες όσοι πέφτουν στις «γλώσσες – ροδάνι» των πάνελ
Πρόσεξε µην πέσεις στις «κακές τις γλώσσες» έλεγαν παλιά στις γειτονιές όπου όλοι γνωρίζονταν και λένε ακόµη στους µικρούς τόπους, όπου τα κουτσοµπολίστικα ήθη δεν έχουν αλλάξει. Αυτή ήταν και µία από τις βασικές αιτίες, που ασφυκτιούσαν τα νιάτα στις ελληνικέςεπαρχίες και δεν έβλεπαν την ώρα να φύγουν. Γιατί το κουτσοµπολιό είναι και µια µορφή άσκησης εξουσίας και ελέγχου στις ζωές των ανθρώπων.

Την ίδια ακριβώς ατµόσφαιρα αναπαράγει η εγχώρια τηλεόραση, µε τον ίδιο ακριβώς στόχο τής άσκησης ελέγχου στις προσωπικές ζωές. Και όπως γίνεται πάντα στους ολοκληρωτισµούς, «βασιλικότεροι του βασιλέως» είναι οι στρατιές των ανθυποϋπαλλήλων του συστήµατος. Ετσι βλέπουµε κάθε ανθυποπανελίστρια, αγνώστων στοιχείων και επαγγελµατικής πορείας µέχρι να της δώσουν στασίδι σε πάνελ, µε επίσης άγνωστα κριτήρια, να θεωρεί ότι κατέχει γνώση και εξουσίαστις ζωές των άλλων.Πρόσφατο παράδειγµα το α λα ελληνικά χιτσκοκικό «The lady vanishes» µε πρωταγωνίστρια τη µαγείρισσα Αργυρώ Μπαρµπαρίγου, µε σπαρταριστές ντετεκτιβικές έρευνες στις οποίες επιδίδονται τα πάνελκαι βαρυσήµαντες αναλύσεις της επαγγελµατικής της πορείας.

Αφήνουµε στην άκρη το γεγονός ότι τόσος τηλεοπτικός χρόνος που της αφιερώθηκε, ούτε η µαντάµ Κιουρί να ήταν. Αυτό που έχει σηµασία είναι ότι έπεσε στις «κακές τις γλώσσες» µε την απόφασή της να αποχωρήσει στα µισά της σεζόν από το πρωινάδικο του Αnt1, οι οποίες ξέρουν – δεν ξέρουν τους λόγους, κρίνουν τη ζωή, τις επιλογές, ακόµη και τον σύζυγό της. Μπορεί η µαγείρισσανα µην έχει σηκώσει ποτέ τα µάτια της από τις κατσαρόλες, αλλά αρκεί στο πανελιστάν ότι βρέθηκε µπροστά στις κάµερες. Το ένα σενάριο µετά το άλλο για την αποχώρηση. Αλλο την ήθελε να έχει τσακωθεί µε τους Καραµεροχαριτάτους, σενάριο που πολύ ευδοκίµησε καθώς έδινε την ευκαιρία στις πανελίστριες, από «Μπλα-µπλα» και Superstar µέχρι «Πρωινή Μελέτη», να περάσουν δυο-χέρια-και-ένα-ξέβγαλµα τοδίδυµο των παρουσιαστών, που το ‘χουν πολύ άχτι γιατί παραβαίνουν διαρκώς τον κανόνα των καλών αρσακειάδων, στον οποίο υποκλίνεται το πανελιστάν. Το άλλο σενάριο ήθελε τη µαγείρισσα να ‘χει θυµώσει µε τον Αnt1 που της είχε τάξει ρόλο στο «Top chef» και δεν της τον έδωσε. Αλλο την ήθελε να ‘χει αποχωρήσει για λόγους προσωπικούς, επειδή δεν επιθυµούσε ο σύζυγός της, λέει, να εργάζεται στην τηλεόραση, αλλά εντω µεταξύ συζητάει µε το Mega.

Τι ήταν να ακουστεί αυτό στης «Πρωινής Μελέτη»! Περιέλαβαν οι «γλώσσες – ροδάνι» ακόµη και τον σύζυγο Μπαρµπαρίγου. «Τι είναι αυτός,µάνατζέρ της;», λέει µε ύφος µία εκ των ξανθών – πλατινέ κεφαλών. «Α,όχι, δεν είναι καλός σύζυγος» αποφαίνεται µε ύφος που δεν σηκώνει αµφισβήτηση µία εκ των µελαχρινών κεφαλών, «γιατί τησυµβουλεύει λάθος». Μάλιστα. Θα γνωρίζουν οι καρακαηδόνες του πάνελ τα προσωπικά των ανθρώπων, υποθέτουµε, για να αποφαίνονται µε τόση ευκολία για τους χαρακτήρες και την προσωπική τους σχέση!

Μα πώς τόλµησαν Μπαρµπαρίγου και σύζυγος να ενεργήσουν χωρίς να υποβάλουν προς έγκριση στις πανελίστριες το σχέδιο οικογενειακής και επιχειρηµατικής δράσης τους!

Η επικοινωνιακή δύναµη της απλότητας

Καθισµένοι σε δύο πρόχειρους πάγκους από αναποδογυρισµένα κουτιά, οι νεοεκλεγέντες δήµαρχοι των δύο µεγάλων πόλεων του τόπου, Καµίνης της Αθήνας και Μπουτάρης της Θεσσαλονίκης, µε ένα πλήθος από φοιτητές στις κερκίδες γύρω τους έγιναν για µια ώρα οι «πρωταγωνιστές» ενός πρωτότυπου µαθήµατος Πολιτικής Αγωγής. Στη θέση των πολύπλοκων εννοιών και ιδεών ή εκείνης της φαντασµαγορικής, πολιτικάντικης µεγαλοστοµίας για µεγάλα έργα ή ακόµη και της συνήθους, τυφλής αντιπολιτευτικής γλώσσας, που της φταίει πάντα «µια κεντρική εξουσία», «η ανικανότητα των προηγούµενων» κ.λπ., αναδείχθηκε η κοινή λογική για σύγχρονα προβλήµατα: απαραίτητο να δηµιουργηθούν χώροι λατρείας για τους µουσουλµάνους, όχι ωστόσο ένα και µοναδικό τζαµί, «δεν θα κάνουµε µια Μέκκα στην Ελλάδα», αλλά πολλά µικρά τζαµιά εκεί όπου χρειάζονται. Ο χώρος λιτός, τσιµεντένιος, χωρίς «φτιασίδια». Τα καθίσµατα για όλους άβολα, χωρίς «πλάτη». Επίκεντρο η κουβέντα και όχι η άνεση. Γι’ αυτό και µια πρωτόγνωρη συστολή των δύο κεντρικών καλεσµένων µπροστά στην κάµερα, γινόταν ευχάριστα αποδεκτή, καθώς δεν ανέκοπτε την ευφράδεια του λόγου και την επιχειρηµατική δεινότητα, απλώς έκανε τις δύο φιγούρες οικείες, κανονικών ανθρώπων, που δεν έχουν συνηθίσει να σκηνοθετούν τον εαυτό τους στην τηλεόραση.

Της Πόπης Διαμαντάκου από τα ΝΕΑ

Comments are closed.