Τσίπρας από Πεκίνο: Η Ελλάδα εισέρχεται οριστικά σε μια νέα φάση

Τσίπρας

Χαιρετισμός του πρωθυπουργού στο Ελληνοκινεζικό Επιχειρηματικό Φόρουμ

 

Κύριε Πρωθυπουργέ,
αξιότιμοι κύριοι και κυρίες,
είναι πραγματικά μεγάλη μου τιμή να απευθύνομαι στην επιχειρηματική κοινότητα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που έχει συμβάλει τα μέγιστα να καταξιωθεί η χώρα σας ως παγκόσμια οικονομική δύναμη και στον 21ο αιώνα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των αναλυτών αναγνωρίζει πλέον ότι η ανάπτυξη της Κίνας πατάει σε γερές βάσεις και δεν συγκρίνεται σε καμία περίπτωση με την παροδική λάμψη άλλων αναδυόμενων αστέρων που είδαμε στο παρελθόν.
Αντίθετα, είναι τόσο μεγάλο το ειδικό της βάρος στην παγκόσμια οικονομία που μια μικρή οικονομική διακύμανση της μας επηρεάζει όλους.

Στην παρούσα φάση της πρωτοφανούς στα χρονικά παγκόσμιας οικονομικής αλληλεξάρτησης, η Κίνα, ως ο ηγεμονικός παίκτης από την πλευρά της Ανατολής, κερδίζει επάξια έδαφος και ισοτιμία σε όλα τα υπερεθνικά φόρουμ και τους οργανισμούς που συντονίζουν το παγκόσμιο εμπόριο.
Χρειαζόμαστε αυτή την παρουσία για να διασφαλίζουμε τον διαρκή διάλογο και τη συνεργασία Δύσης-Ανατολής.
Για να αποφύγουμε τον παλαιού τύπου οικονομικό ανταγωνισμό μεταξύ των εθνών.
Το όριο μας σήμερα είναι όλος ο πλανήτης.

Η ανάπτυξη λειτούργησε διαχρονικά ως το μέσο για την δημιουργία πλούτου και ευημερίας που έβγαζε από τη φτώχεια μεγάλα στρώματα του πληθυσμού, αλλά με τίμημα την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Στη σύγχρονη εποχή μπορούμε να υπερβούμε αυτή την σχέση κόστους-οφέλους, καθώς διαθέτουμε την τεχνολογία που μπορεί να συμβιβάσει τη βιώσιμη ανάπτυξη με την μέριμνα για την προστασία του περιβάλλοντος.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Κίνα είναι στην πρωτοπορία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καθώς διαθέτει τόσο τις σπάνιες πρώτες ύλες αλλά και την επιστημονική τεχνογνωσία για την ανάπτυξή τους.

Βέβαια είμαστε ακόμα μακριά από αυτό που λέγεται παγκοσμιοποίηση και δεν πρέπει να τη συγχέουμε ως έννοια, με τις διευρυμένες εμπορικές σχέσεις και τη συνεργασία στους υπερεθνικούς οργανισμούς.
Το παράδειγμα σε μικρότερη κλίμακα της Ευρώπης και της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι χαρακτηριστικό. 70 χρόνια προσπάθειας έδειξαν ότι η εξέλιξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν είναι εύκολη, ούτε γραμμική.
Αρκεί η εμφάνιση μιας κρίσης, οικονομικής, προσφυγικής ή εσωτερικής ενός κράτους-μέλους, για να γίνουν πολλά βήματα πίσω και να επανεμφανιστούν οι εθνικές στρατηγικές.
Το βρετανικό δημοψήφισμα και η αρνητική έκβασή του οδηγούν στην έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και αυτό είναι ένα ισχυρό πλήγμα για τα δύο μέρη και το συνολικό ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Εύλογα ο αντίκτυπος του δημιουργεί ανησυχία σε παγκόσμιο επίπεδο.
Θέλω όμως να αποτυπώσω μια προσέγγιση ψύχραιμη και πιο αισιόδοξη.
Οι αναταράξεις των αγορών είναι δικαιολογημένες ως ένα βαθμό εξαιτίας του αρχικού σοκ, θεωρώ όμως ότι θα είναι παροδικές.

Τα ευρωπαϊκά όργανα θα εισέλθουν σε μια γόνιμη περίοδο διαπραγματεύσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο για την όσο γίνεται πιο ομαλή έξοδο, καθώς και για το καθεστώς που θα διέπει τις σχέσεις των δύο μερών.
Άλλωστε στο πλαίσιο της ευρω-ατλαντικής συνεργασίας θα διατηρηθεί μια καλή συνεργασία με το Ηνωμένο Βασίλειο αλλά σε διαφορετική θεσμική βάση.
Το μήνυμα όμως που σαν Ευρώπη δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε, είναι ότι η Ένωση δεν είναι κάτι δεδομένο, αλλά υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες κρίσης που πρέπει να αντιμετωπιστούν με αίσθημα επείγοντος και αμοιβαίας υποστήριξης.

Οι προκλήσεις είναι μπροστά μας και το ζήτημα της συνοχής θα παραμένει πάντα επιτακτικό, αλλά στο τέλος η Ευρώπη βρίσκει, μέσα από τον εξαντλητικό πολλές φορές διάλογο, τις κατάλληλες προωθητικές συνθέσεις.
Επομένως και η στρατηγική «one belt, one road» στην Ευρώπη δεν κινδυνεύει.
Αντιθέτως πιστεύουμε ότι θα επιτύχει και εμείς – ως Ελλάδα – είμαστε εδώ, διατεθειμένοι και ικανοί, να συνεισφέρουμε προς την στρατηγική αυτή κατεύθυνση.
Η Ελλάδα σήμερα, έχοντας κλείσει οριστικά πίσω της μια μακρά περίοδο κρίσης και αβεβαιότητας, γυρίζει σελίδα.
Διεκδικήσαμε κι πέτυχαμε μια νέα συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους που βοηθά τη χώρα μας να ξανασταθεί στα πόδια της και να τηρεί με συνέπεια τις υποχρεώσεις της, αλλά χωρίς να συντρίβεται η κοινωνία μας.
Το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης πρόσφατα, στο πλαίσιο της παραπάνω συμφωνίας, επικυρώνει την επιτυχία της προσπάθειας μας.

Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχει την υποστηρικτική εγγύηση των ευρωπαίων εταίρων μας όποτε κι αν αυτό κριθεί σκόπιμο.
Ταυτόχρονα, υπάρχει η σαφής ρήτρα ότι το κόστος εξυπηρέτησης δε θα υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Οι προεκτάσεις των παραπάνω αποφάσεων και οι αναμενόμενες εξειδικεύσεις το επόμενο διάστημα, στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάδα εισέρχεται οριστικά σε νέα φάση.
Μπαίνουμε δυναμικά σε μια νέα περίοδο ανάκαμψης και ανακτούμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας.
Παράλληλα στη συμφωνία, εφαρμόζουμε ένα ριζικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στον αναπτυξιακό προσανατολισμό της χώρας.
Αξιοποιούμε τη γεωπολιτική της θέση και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα στην αγροδιατροφή, στην υγεία και στα φάρμακα, στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, στην ενέργεια, στο περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη, στις μεταφορές και την εφοδιαστική αλυσίδα, τα υλικά, και τις κατασκευές, στο καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, τον πολιτισμό και βεβαίως τον τουρισμό.

Οι προτεραιότητες στους παραπάνω τομείς υποστηρίζονται για πρώτη φορά από έναν καινοτόμο αναπτυξιακό νόμο που ψηφίσαμε πρόσφατα.
Εκεί, δίνουμε έμφαση σε γενναίες φοροαπαλλαγές ανάλογα με την απόδοση κι όχι στις απευθείας επιχορηγήσεις σε δαπάνες αμφίβολης αποτελεσματικότητας.
Συνδέουμε τα κοινοτικά κονδύλια της ΕΕ με τις παραπάνω αναπτυξιακές κατευθύνσεις.
Παράλληλα αυξάνουμε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για δεύτερη συνεχόμενη χρόνια και δημιουργούμε αναπτυξιακή τράπεζα με σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία για τον επιμερισμό και τη διαχείριση του ρίσκου και την προώθηση συνεργατικών επενδύσεων δημόσιου – ιδιωτικού τομέα.
Σε συνδυασμό με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα επενδύσεων EFSI – φερώνυμο ως πρόγραμμα Juncker, από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – δημιουργούνται σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες χαμηλού κινδύνου.
Μεγάλα επενδυτικά εγχειρήματα εκκινούν με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και άλλων διεθνών αναπτυξιακών φορέων.
Οι τράπεζες μας είναι πλήρως ανακεφαλαιοποιημένες, συμμετέχουν στα προγράμματα φθηνής χρηματοδότησης της ΕΚΤ και προωθούν ξανά πολύτιμη ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις.
Στο περιβάλλον αυτό μπορούν ξεκινήσουν τα μπλοκαρισμένα μεγάλα έργα και οι επενδύσεις σε υποδομές που υποχώρησαν δραματικά στα χρόνια της ύφεσης.
Αίρουμε τα γραφειοκρατικά εμπόδια και χτυπάμε τις εστίες φοροδιαφυγής ώστε να εξασφαλίζονται ισότιμοι όροι μεταχείρισης σε όσους εμπιστεύονται την ελληνική οικονομία.
Επιδιώκουμε ένα επενδυτικό σοκ δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων για να χτυπήσουμε την αποεπένδυση και να μειώσουμε την ανεργία.

Αγαπητές κυρίες και κύριοι,
Παρουσίασα τη νέα ελπιδοφόρα περίοδο για την ελληνική οικονομία όχι σε μια προσπάθεια να σας «πουλήσω» ένα επενδυτικό προϊόν, μια ευκαιρία προς εκμετάλλευση, μια «ρόδινη» κατάσταση, αλλά για να δικαιώσω την εμπιστοσύνη που δείξατε στην ελληνική οικονομία, όχι στα εύκολα αλλά στα δύσκολα χρόνια της βαθιάς ύφεσης.
Αναφέρομαι κυρίως στην σύμβαση με την COSCO για την αξιοποίηση του ΟΛΠ, η όποια μάλιστα επικυρώθηκε στην ελληνική Βουλή πριν 4 ημέρες.
Όπως αποδείχτηκε πρόκειται για συμφωνία αμοιβαία επωφελή, επικερδή επιχειρηματικά, που διανοίγει δρόμους για τις κινεζικές επιχειρήσεις και αποφέρει θετικά οφέλη στην ελληνική οικονομία.
Η συνεργασία μας δε σταματά εκεί.

Η σημαντική στήριξη του ελληνικού τουρισμού, η συνεργασία ελληνικών και κινεζικών πανεπιστημίων, οι αμοιβαίες πολιτισμικές και εκπαιδευτικές ανταλλαγές, οι εξαγωγές των ευγενών αγροτικών μας προϊόντων στην Κίνα, η ναυπήγηση ελληνικών πλοίων στα υπερσύγχρονα κινεζικά ναυπηγεία και η μεταφορά των κινέζων πολιτών στην Κρήτη κατά την κρίση της Λιβύης, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώνουν ότι είμαστε στρατηγικοί εταίροι κι όχι απλώς ευκαιριακοί συναλλασσόμενοι.
Επομένως η παρέμβαση μου αποτελεί ένα κάλεσμα για εμβάθυνση της κινεζο-ελληνικής συνεργασίας και φιλίας.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά πρόσθετοι σταθμοί στην μακραίωνη ιστορική σχέση των χωρών μας.
Άλλωστε η Κίνα όπως και η Ελλάδα είναι έθνη που εκτείνονται στο χρόνο.
Οι πολιτισμοί μας, ο καθένας στα γεωγραφικά και ιστορικά του όρια, συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαμόρφωση της ανθρώπινης πολιτιστικής κληρονομιάς.

Εμείς στη Δύση και εσείς στην Ανατολή.
Οι διαδρομές μας άλλοτε υπήρξαν παράλληλες και άλλοτε συναντήθηκαν καθοριστικά.
Είναι εντυπωσιακό ότι η κινεζική φιλοσοφία της ζωής αναπτύχθηκε ανεξάρτητα και παράλληλα με την ελληνική φιλοσοφία της γνώσης.
Όταν ο Κομφούκιος έθετε τις βάσεις της πολιτικής και ηθικής ιδεολογίας και διατύπωνε τις αξίες για την κοινωνική ειρήνη και ευημερία, βάσει των οποίων η Κίνα πορεύεται ακόμα και σήμερα, ο Ηράκλειτος ανακάλυπτε την έννοια του Λόγου και τη σημασία του στην οργάνωση του κόσμου.
Λίγο αργότερα ο Σωκράτης θα στηριζόταν στο Λόγο για να διατυπώσει τους ηθικούς του νόμους για το τι είναι ορθό και δίκαιο.
Οι εμπορικοί δεσμοί και οι πολιτισμικές ανταλλαγές ανάγονται στην αρχαιότητα, όπου αντιπρόσωποι των λαών της σημερινής Κίνας έφερναν τιμητικά δώρα στη Δήλο περνώντας από τη Σκυθία και τη Μακεδονία.

Αργότερα, το 127 π.X., ο αυτοκράτορας Γου Ντι της δυναστείας των Χαν θα ανοίξει μιαν άλλη εμπορική διαδρομή, τον περίφημο Δρόμο του Μεταξιού για να έρχονται στην Ευρώπη και μέσω της Ελλάδας τα εξαιρετικά κινεζικά προϊόντα.
Η Δύση ανέκαθεν είχε αμφιλεγόμενη στάση απέναντι στην Κίνα.
Αντιμετωπίζει με θαυμασμό αλλά και δέος τη δύναμη, την οργάνωση, τον εξωτισμό και τις δυνατότητες σας.
Η Ελλάδα από την άλλη, στο πλαίσιο αναφοράς της ιστορικής και της γεωγραφικής της θέσης, κατάφερνε πάντα να αφομοιώνει και να ανασυνθέτει μέσω της «ελληνικής ματιάς» τις φαινομενικά πιο ανόμοιες παραδόσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Έτσι θα λειτουργήσει και τώρα.
Η Κίνα, το Μέσο Βασίλειο όπως λεγόταν, μπορεί να υπολογίζει στην ψυχή της Μεσογείου, την Ελλάδα .
Ο νέος δρόμος του μεταξιού, το σημερινό one belt one road, μας ξαναφέρνει κοντά.
Σας ευχαριστώ πολύ.

Comments are closed.