Οι κις λορέν του Λαμπράκη, το μοιραίο πρόσωπο του ΔΟΛ και το ρεπορτάζ της πανδημίας

 

Μια εξαιρετική συζήτηση απόλαυσαν οι αναγνώστες της έντυπης και ηλεκτρονικής LIFO (πριν το Πάσχα), μεταξύ του δημοσιογράφου, συγγραφέα και καθηγητή Νίκου Μπακουνάκη με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου (“Οταν έπεσα στο μελανοδοχείο”, εκδ. Πόλις), με τον Γιάννη Πανταζόπουλο, στην οποία ειπώθηκαν πολλά και άκρως ενδιαφέροντα για τα βιβλία, τον Τύπο, αλλά και τους ανθρώπους του.

Ο Νίκος Μπακουνάκης είναι ο άνθρωπος που δημιούργησε το πρώτο λογοτεχνικό ένθετο “Βιβλία” στο “Βήμα της Κυριακής” και διηύθυνε μέχρι πρόσφατα που αποχώρησε από την εφημερίδα.

Για τον Χρήστο Λαμπράκη: “Καταρχάς, δεν με ενδιέφερε καθόλου ο «Λαμπράκης των άλλων», ούτε η φιλολογία ή η παραφιλολογία που τον αφορούσε, αλλά ο Λαμπράκης έτσι όπως τον έβλεπα εγώ. Ο Χρήστος Λαμπράκης υπήρξε ένας κρυφός και ιδιωτικός άνθρωπος αλλά και ένα εμβληματικό πρόσωπο του πολιτισμού και της κουλτούρας. Πέτυχε να εμπλουτίσει την εφημερίδα με ιστορικές υπογραφές, έχοντας αποκλειστικές συνεργασίες με διανοούμενους, συγγραφείς και επιστήμονες που συνέβαλαν καθοριστικά στον δημόσιο διάλογο και στον θεωρητικό σχολιασμό, πάντα με απόλυτη ελευθερία. Υπήρχε κόσμος που αγόραζε την εφημερίδα για να διαβάσει Μαρωνίτη, Τερζάκη, Πλωρίτη. Για κάποιους, ο Λαμπράκης θεωρούνταν απόμακρος και απρόσιτος. Μάλιστα, μέχρι την εποχή του Μεγάρου σπάνια έκανε δημόσιες εμφανίσεις, οι φωτογραφίες του ήταν ελάχιστες και πολλοί εργαζόμενοι στα έντυπά του δεν τον είχαν συναντήσει ποτέ. Εγώ, όμως, έχω να θυμάμαι έναν άνθρωπο που μας έφερνε φρέσκα κρουασάν, μας τα μοίραζε μαζί με κάποια σημειώματά του –σκέψεις και προτάσεις– για την τύχη και την αλλαγή προφίλ της «Βεντέτας», ενός περιοδικού που στο παρελθόν έγραψε ιστορία. Ποτέ δεν τον θυμάμαι να παρεμβαίνει στο περιεχόμενο, μόνο υπήρχαν κάποιες φορές που μου έστελνε βιβλία με το σημείωμα «δείτε το, αν ενδιαφέρει». Για τους πολλούς ίσως ήταν ο άνθρωπος των πολιτικών παρασκηνίων. Ωστόσο, δεν θα ξεχάσω κάποιες φορές που είχα πάει στο σπίτι του, στην οδό Αναγνωστοπούλου, πόσο του άρεσε ο ντοματοχυμός V8 και η κις λορέν. Συγχρόνως, μπορεί ο Λαμπράκης να μην είχε παρέμβει στα «Βιβλία», αλλά έχω διατηρήσει πολλά σημειώματά του για τον πολιτισμό από τις περιόδους κατά τις οποίες ήμουν υπεύθυνος ή αρχισυντάκτης των πολιτιστικών σελίδων και των καλλιτεχνικών ενθέτων. Θα ήθελα πολύ να έχω γράψει μια βιογραφία του Χρήστου Λαμπράκη. Άλλωστε, ο βίος και η προσωπικότητά του πληρούσαν όλες τις προϋποθέσεις και το είχαμε συζητήσει εκτενώς με τον εκδότη μου, Νίκο Γκιώνη, αλλά δεν ευοδώθηκε η ιδέα γιατί τότε ο Λαμπράκης μας είχε απαντήσει πως «δεν είναι της στιγμής». Δεν τον ενδιέφερε ποτέ η υστεροφημία του”.

Για τον Σταύρο Ψυχάρη: “Ήταν ο μοιραίος άνθρωπος για τον ΔΟΛ… Στα χέρια του πέθανε ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη. Ο Ψυχάρης συνέβαλε καταλυτικά στην ανανέωση της εφημερίδας και ως διευθυντής ήταν εξαιρετικός. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 κανείς δεν περίμενε ότι μετά τον θάνατο του Χρήστου Λαμπράκη, το 2009, θα γινόταν εκδότης. Έγινε, όμως, ο μοιραίος εκδότης, αφού οδήγησε τον οργανισμό στη χρεοκοπία, με αποτέλεσμα να είναι ο υπεύθυνος για την εξάλειψη μιας σχεδόν αιωνόβιας δημοσιογραφικής κουλτούρας, της «δημοσιογραφικής κουλτούρας Λαμπράκη». Γενικά, είχαμε πολύ καλές σχέσεις αλλά και στιγμές έντασης, οι οποίες εκτονώνονταν κυρίως με σημειώματα”.

Για τη δημοσιογραφία σήμερα: “Προφανώς, στον νέο, υβριδικό κόσμο στον οποίο ζούμε, η δημοσιογραφία περνάει βαθιά κρίση. Συγκεκριμένα, θα έλεγα ότι εντοπίζεται στον τομέα της επιχειρηματικής κουλτούρας του παραδοσιακού Τύπου. Επιπρόσθετα, διαπιστώνουμε ότι πολλά δημοσιογραφικά είδη, όπως το ερευνητικό ρεπορτάζ, έχουν εξαφανιστεί, εν αντιθέσει με τον υπόλοιπο κόσμο, στον οποίον το συγκεκριμένο είδος ανθεί και κατέχει κεντρική θέση στις εφημερίδες. Στη χώρα μας θα τοποθετούσα χρονικά την εξαφάνιση του ερευνητικού ρεπορτάζ και την υποκατάστασή του από την πληροφόρηση των γραφείων Τύπου κομμάτων και εταιρειών από το 1989 κι έπειτα. Έκτοτε, ο Τύπος ήρθε αντιμέτωπος με μεγάλες ήττες. Για παράδειγμα, στην πτώση του Τείχους του Βερολίνου, από τα πιο διάσημα κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας, ο Τύπος ήταν απών. Αναλογιστείτε ότι η μεγαλύτερη τότε απογευματινή εφημερίδα, που ήταν τα «Νέα», δεν είχε καν την είδηση στην πρώτη σελίδα. Επίσης, πολύ αργότερα ο Τύπος «έχασε» το ρεπορτάζ της οικονομικής κρίσης. Ποιο ελληνικό μέσο «είδε» την κρίση να έρχεται; Ακόμη και σήμερα, εν μέσω πανδημίας, τι είναι το ρεπορτάζ της πανδημίας; Οι ανακοινώσεις των λοιμωξιολόγων και η καθημερινή απογευματινή αριθμητική με τα νούμερα των νεκρών, των κρουσμάτων και των διασωληνωμένων. Πού είναι η έρευνα και γιατί δεν γίνεται ανάλυση των δεδομένων”;

Στη συνέχεια διαβάστε ένα από τα δακτυλογραφημένα σημειώματα του Χρήστου Λαμπράκη προς τον Νίκο Μπακουνάκη που φιλοξένησε η LIFO

Comments are closed.