Ραντεβού στο Fuzz

Με τον Π. παίρνουμε το μετρό από Δουκίσσης Πλακεντίας προς κέντρο. Μιλάμε για διάφορα, σκόρπια πράγματα και σκέψεις, θέματα δουλειάς, συναδελφικές σχέσεις, γελάμε, σχολιάζουμε, φλυαρούμε. Κατεβαίνουμε Ευαγγελισμό και περπατάμε τη Βασιλίσσης Σοφίας προς Σύνταγμα. Έχει βρέξει, κάνει λίγο κρύο, η ατμόσφαιρα έχει κάτι το εορταστικό, πλέον τα Χριστούγεννα μυρίζουν από νωρίς.

Η διαδρομή αρέσει και στους δύο, το μεγάλο πεζοδρόμιο, ο αχνός κίτρινος φωτισμός και η κίνηση στο δρόμο. Ο βηματισμός μας στην αρχή είναι γρήγορος, ακολουθεί την ένταση της ημέρας που πέρασε και ακόμα δεν πρόλαβε να κοπάσει, χρειάζεται λίγος χρόνος να ρίξεις τους ρυθμούς. Η κουβέντα μας περιστρέφεται γύρω από τον ρόλο του «μέτριου» στη ζωή μας, με την έννοια του συνηθισμένου, τη δικτατορία του μέσου όρου κατά μια έννοια γενική αλλά και πολύ ειδική, όπως τη διακρίνουμε γύρω μας. Φέρνουμε και οι δύο παραδείγματα και συμπληρώνουμε την αρχική ιδέα. Ξεκινάμε: το μίζερο ωράριο των εννέα με πέντε από Δευτέρα έως Παρασκευή, που σε υποχρεώνει σε μια αναγκαστική επανάληψη, και η φράση «καλό Σαββατοκύριακο» κουβαλώντας το βάρος και την ευθύνη του να πρέπει να περάσεις καλά, τα ζευγάρια που βιώνουν τη συμβίωση ως αγγαρεία και τρέχουν με φόρα χωρίς να νιώθουν τίποτα παρά μόνο να αισθάνονται την ανάγκη του να υπερασπιστούν το αδιέξοδο μοντέλο που πρεσβεύουν και υιοθετούν κάθε στιγμή που νομίζουν ότι αυτό απειλείται, η ιδέα «μου ανήκεις-σου ανήκω» και η εικόνα των ζευγαριών χέρι-χέρι στους δρόμους παλεύοντας για την ανάδειξη της ιδιοκτησίας , και δεν αργούμε να το καννιβαλίσουμε το θέμα και αναφερόμαστε στην ακαλαισθησία του μέτριου παπουτσιού, κουρέματος και στάση ζωής γενικότερα.

Έχουμε φτάσει στο Σύνταγμα και κατεβαίνουμε την Πανεπιστημίου. Η ομορφιά του City Link κατευθύνει τη συζήτηση μας και μονοπωλεί το ενδιαφέρον. Ο Π. μένει έκπληκτος στην ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο εικόνα του Ζόναρ’ς και διαπιστώνει έντονα άρωμα ευρωπαϊκό. Το σκηνικό έρχεται να συμπληρώσει και η κοσμοπολίτικη αύρα από τις βιτρίνες του Άττικα που απεικονίζουν με εικαστικό τρόπο τις πόλεις του κόσμου. Η Αθήνα έχει αλλάξει, το ζεις, το βλέπεις, το διαβάζεις. Το κέντρο σε έλκει, σε προσκαλεί να το γνωρίσεις και πάλι από την αρχή.

Στεκόμαστε μπροστά από το βιβλιοπωλείο του Ελευθερουδάκη και χαζεύουμε τις καινούργιες εκδόσεις, που φαίνεται να προέρχονται από την παιδική σειρά. Μιλάμε για τα σχέδια μας. Την επιθυμία του Π. να ολοκληρώσει το γράψιμο του πάνω σε μια φανταστική ιστορία που έχει πλάσει εδώ και καιρό και την αγωνία του να επιβληθεί πάνω στην αναβλητικότητα που στέκεται εμπόδιο στο να το φέρει εις πέρας σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Ο χρόνος πάντα να στέκεται απέναντι σου. Και οι καινούργιες «αρρώστιες» του σύγχρονου ανθρώπου έτοιμες να ξεπροβάλλουν ανά πάσα στιγμή. Και οι δύο συμφωνούμε στην ανάγκη του να κάνεις κάτι δημιουργικό, ότι και αν είναι αυτό, ώστε να ισορροπείς τις αντίρροπες δυνάμεις μέσα σου και να μπορείς να εκφράζεσαι με τρόπο λυτρωτικό. Και μετά όλα αυτόματα χρωματίζονται αρμονικά, μεταμορφώνονται σε κάτι θετικό και αισιόδοξο.

Η κουβέντα ολοκληρώνεται μέσα στο Hondo της Ομόνοιας αγοράζοντας καλλυντικά. Κάτι τα ticket restaurants που είναι έτοιμα να λήξουν, κάτι η ανάγκη για περιποίηση μας οδηγούν στο περίπτερο της Lancôme να δοκιμάζουμε κρέμες προσώπου και ματιών. Η εικόνα ενός άντρα χωρίς ταμπού να ασχολείται με θέματα ομορφιάς με κερδίζει και το θέαμα είναι γοητευτικό. Οτιδήποτε είναι ακομπλεξάριστο μοιάζει και αληθινό. Ξεχωρίζουμε τα ψώνια μας και παίρνουμε τον ηλεκτρικό για τον γυρισμό υπενθυμίζοντας ο ένας στον άλλο το ραντεβού μας τη Δευτέρα το βράδυ στο πάρτι της Lifo!

Γιώτα Δημητρακοπούλου

Comments are closed.