Άλλο κωμικό, άλλο ανόητο
Το πραγματικό χιούμορ έχει χαθεί. Το επιβεβαιώνουν με σενάρια-σάχλες οι αποκαλούμενες «κωμικές» σειρές
Στην ίδια, δυστυχώς, κατηγορία του δανεικού και σαχλοποιημέ- νου χιούμορ- όπως οι σειρές «Ο κύριος και η κυρία Πελς» και «Ονειροπαγίδα»- είναι και η τηλεταινία του Μega «Ο γάμος της κόρης μου»
Δύο «καινούργιες» σειρές στον Αnt1 (τόσο μας θυμίζουν πασίγνωστες αμερικανικές ταινίες, που λες και υπάρχει κάτι σαν… τράπεζα σεναριακών ιδεών απ΄ όπου οι εγχώριοι σεναριογράφοι «δανείζονται» τις πιο φτηνές ιδέες- ας όψεται η ανέχεια), με «ξεχειλωμένες» μέχρι ανοησίας δήθεν κωμικές καταστάσεις: «Ο κύριος και η κυρία Πελς» και «Ονειροπαγίδα». Στην ίδια, δυστυχώς, κατηγορία του δανεικού και σαχλοποιημένου χιούμορ και η τηλεταινία του Μega «Ο γάμος της κόρης μου», που προβλήθηκε και αυτή προχθές το βράδυ. Σενάριο ήδη πολυφορεμένο από χολιγουντιανές και από πλήθος τηλεοπτικών παραγωγών, με κυρίαρχο τον χαρακτήρα του πατέρα που του ΄ρχεται ντουβρουτζάς όταν του ανακοινώνει η λατρεμένη μοναχοκόρη του ότι θα παντρευτεί. Ρόλο που έχουν ερμηνεύσει στο σινεμά από τον Σπένσερ Τρέισι μέχρι τον Ρόμπερτ ντε Νίρο και στην εγχώρια τηλεόραση πιο πρόσφατα ο Πέτρος Φιλιππίδης στο «50-50». Αυτή τη φορά ήταν ένας Γιάννης Μπέζος, που προσπαθούσε να δώσει κωμικό βάθος σε έναν ρόλο ο οποίος ήταν απλώς σαχλός μέχρι θλίψης.
Αν κάτι αγαπήσαμε στο ασπρόμαυρο ελληνικό σινεμά και λίγο αργότερα στα έγχρωμα μιούζικαλ, ήταν οι χαρακτήρες. Έξοχοι, ολοκληρωμένοι, πραγματικά κωμικοί. Οι ατάκες ξεκαρδιστικές, οι καταστάσεις αστείες, αλλά όχι παράλογες ούτε προσέβαλλαν τον συναισθηματικό πολιτισμό των θεατών.
Δεν υπήρχε ήρωας, για παράδειγμα, εγκληματικά πανύβλαξ. Αφελής μπορεί, και τέτοιοι ήταν οι περισσότεροι που αγαπήσαμε- από τον Γκιωνάκη τού «θες πορτοκαλάδα από πορτοκάλι;» μέχρι τον Κώστα Βουτσά τού «έχω και κότερο πάμε μια βόλτα;». Αλλά σαχλαμάρηδες δεν ήταν. Και όμως, είδαμε έναν μπαμπά (Μπέζο) στο «Ό γάμος της κόρης μου», που όπως σε όλες τις παρόμοιες εκδοχές του σεναρίου κάνει τα πάντα να χωρίσει την κόρη από τον μισητό μέλλοντα γαμπρού, να φτάνει σε σημείο εγκληματικά απάνθρωπο για πατέρα. Κρυφακούει συζήτηση του μέλλοντα γαμπρού με την αδελφή του που είναι έγκυος, την παρεξηγεί, τη μεταφέρει ελαφρά τη καρδία σε σύζυγο και κόρη, η οποία σπαράζει διπλά όχι μόνο για την απιστία αλλά και γιατί περιμένει και η ίδια παιδί από τον αγαπημένο της. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται το εξωπραγματικά σαχλό. Γιατί ο πατήρ γνωρίζει περί εγκυμοσύνης. Και δεν υπάρχει πατέρας, όσο εγωκεντρικός κι αν είναι, που τόσο επιπόλαια και με μεγάλη ικανοποίηση θα διέλυε τον γάμο για μια κουβέντα που κρυφάκουσε. Αλλά και αν υπάρχει πατέρας, δεν υπάρχει μάνα (Μπέσυ Μάλφα, που έκανε ό,τι μπορούσε και αυτή) η οποία θα πίστευε τον ανόητο, εγωκεντρικό σύζυγο και θα συναινούσε στη διάλυση του γάμου της ερωτευμένης και εγκύου κόρης, ούτε καν στον Μεσαίωνα. Είναι διαφορετικό να ασκεί- για παράδειγματο σενάριο μια κριτική στις οικογενειακές σχέσεις, στην υποκρισία που ενδεχομένως να κρύβουν κάτω από ορισμένες συνθήκες, και είναι διαφορετικό να παρουσιάζεται το απάνθρωπο σαν χαριτωμένο και μάλιστα σύνηθες.
Λεπτομέρειες; Και όμως οι σημαντικότερες, γιατί οι αξίες που αποπνέουν τα σενάρια- ιδίως των τηλεοπτικών σειρών- είναι σημαντικότερες για έναν πολιτισμό, από οποιαδήποτε αισθητική της παραγωγής. Το αξιοπρόσεκτο είναι πάντως ότι το σενάριο της τηλεταινίας υπογράφει η ίδια (Χριστίνα Κοτζάμπαση) που υπογράφει το σενάριο της σειράς «Ο κύριος και η κυρία Πελς», η οποία έκανε πρεμιέρα την ίδια ώρα στον Αnt1. Διαδραματίζεται με φόντο τον άγριο κόσμο της τηλεόρασης (πολύ της μόδας) και παίζουν οι Μιχάλης Μαρίνος και Άντα Λιβιτσάνου (στη «Λόλα» έπαιζε πάλι τη δημοσιογράφο, αλλά περιοδικών). Και εδώ η αντιγραφή πάει σύννεφο.
Πόπη Διαμαντάκου
(Αναδημοσίευση από ”τα Νέα”)